Η ωτίτιδα, φλεγμονή του αυτιού, είναι μία από τις πιο κοινές ασθένειες που συναντάει κανείς από τη γέννηση έως το τρίτο έτος ηλικίας του παιδιού. Το διάστημα που ένα παιδί υποφέρει από ωτίτιδα, μπορεί να χάσει μέχρι και το 40% από την ακουστική του ικανότητα. Αυτή η παροδική απώλεια ακουστικής δεξιότητας μπορεί να προκαλέσει καθυστέρηση στη γλωσσική του εξέλιξη.
Τα παιδιά μαθαίνουν να μιλούν ακούγοντας τους άλλους να μιλούν. Η ύπαρξη ακουστικής απώλειας θα επηρεάσει την ικανότητα του παιδιού να λαμβάνει επαρκώς τα γλωσσικά ερεθίσματα και κατ’ επέκταση πιθανόν να επηρεάσει και τη γλωσσική του έκφραση. Οι συνέπειες που μπορεί να έχει μια τέτοια κατάσταση στο γλωσσικό σύστημα ενός παιδιού ποικίλουν και εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες (π.χ ηλικία εμφάνισης, επαναλαμβανόμενες ωτίτιδες). Η εκκριτική ωτίτιδα, χωρίς φλεγμονή, μπορεί να παρουσιαστεί χωρίς συμπτώματα πόνου ή πυρετού. Επομένως μπορεί να περάσουν εβδομάδες ακόμα και μήνες χωρίς οι γονείς να μπορέσουν να αντιληφθούν το πρόβλημα. Εάν εντοπίζεται στο παιδί σας διάσπαση προσοχής, ανάγκη να παρακολουθεί τηλεόραση σε υψηλή ένταση, δυσκολία στην ανταπόκριση σε εντολές, ανεξήγητη ζωηρότητα ή απάθεια θα πρέπει να συμβουλευθείτε τον Παιδίατρο ή τον Ωτορινολαρυγγολόγο σας. Αν παράλληλα το παιδί σας παρουσιάζει καθυστέρηση ή δυσκολίες λόγου θα χρειαστεί να αποταθείτε για μια Λογοπαθολογική αξιολόγηση.